Η βιτρίνα του μηδενισμού

Tου Nικου Γ. Ξυδακη

Προσπαθώ να καταλάβω το πνεύμα των νεαρών που ονομάζουν Σύστημα μια οποιαδήποτε βιτρίνα, ένα αυτοκίνητο, και του επιτίθενται με μια βαριοπούλα κι ένα μπουκάλι βενζίνη. Μπορώ να αντιληφθώ τις αναγωγές, τους συμβολισμούς, πώς η βιτρίνα της οδού Σκουφά και το Audi συμπυκνώνουν την πλουτοκρατία και την αδικία. Αδροί συμβολισμοί, αλλά αναλόγως αδρούς συμβολισμούς χρησιμοποιεί και η κοινωνία του θεάματος για να σαγηνεύσει και να εκμαυλίσει - μερικές ώρες τηλεθέασης σε μεσημεριανάδικα και εσπερινά παράθυρα αρκούν. Αυτή η αναλογία επί του συμβολικού και της ρητορικής μάς δείχνει ωστόσο το Σύστημα και τους εχθρούς του επίσης ανάλογους - αντιστρόφως ανάλογους ίσως, αλλά δομικά ανάλογους. Κατοπτρικούς, θα έλεγα. Το κυρίαρχο θέαμα κατασκευάζει χαύνους υπηκόους με τον φενακισμό, με το μόλις διακρινόμενο ψέμα, με την αντιστροφή του κόσμου, με την καλλιέργεια του φθόνου. Δρα κυρίως συμβολικά, αποικίζει το φαντασιακό. Ο εχθρός του κυρίαρχου τού επιτίθεται αντιστρέφοντας και εντείνοντας τη ροή της βίας, παράγοντας βία επίσης συμβολική: η τσακισμένη βιτρίνα δεν αλλάζει τις σχέσεις εξουσίας, δεν μεταβάλλει τη διανομή του πλούτου, σπείρει όμως την ανασφάλεια, διαχέει αόριστο φόβο, θαμπώνει τα περιγράμματα. Ποιος είναι το Σύστημα; Ο καταστηματάρχης; Ο καφετζής; Συμβολίζουν την εξουσία ή το κεφάλαιο, όπως τα συμβολίζουν φερ' ειπείν οι τράπεζες ή τα κρατικά κτίρια; Οχι. Συμβολίζουν ενδεχομένως την κατανάλωση. Μα και ο κάθε σφυροκόπος σε κάποιο καφενείο καταθέτει τον οβολό του, καταναλωτής είναι και αυτός, σε εγχρήματη οικονομία κινείται.

 

Σκέφτομαι λοιπόν ότι οι καταδρομικές επιχειρήσεις μικροομάδων εναντίον συμβολικών στόχων, όπως τα μαγαζιά εν γένει ή ένας πανεπιστημιακός δάσκαλος, είναι τόσο αυθαίρετες κατά τη σύλληψή τους και θεαματικές κατά την εκτέλεσή τους όσο και το Σύστημα που πολεμούν. Οπως περίπου έγραψε ο συνταγματολόγος Νίκος Αλιβιζάτος στο τελευταίο τεύχος της Νέας Εστίας, το βίαιο ξέσπασμα των διαδηλώσεων του Δεκεμβρίου μια δημοκρατική κοινωνία οφείλει και μπορεί να το ανεχθεί και να το αναχωνέψει, να το στοχαστεί και να προχωρήσει. Σε τελευταία ανάλυση, εκείνες τις μέρες, και τις μέρες που προηγήθηκαν, ζούσαμε μια παρατεταμένη απονομιμοποίηση του κράτους, με τα αλλεπάλληλα σκάνδαλα και τον φόνο του 15χρονου. Αλλά η βία μεμονωμένων ολιγάριθμων ομάδων που στήνουν τη δική τους βεντέτα με το Σύστημα, τροφοδοτώντας το θέαμα της βίας, είναι άλλη ιστορία. Διότι εντέλει παράγουν εικόνες προορισμένες να καταναλωθούν, εικόνες προορισμένες να παράγουν αντισυσπείρωση και αντίδραση, εικόνες που δεν προσφέρουν ούτε δέος ούτε κάθαρση ούτε στοχασμό.

Αυτό το θέαμα της βίας κατάγεται από έναν μηδενισμό νετσαγεφικό, αποκαλυπτικό και χιλιαστικό, από ένα φανατικό όραμα καταστροφής του Κακού με οποιοδήποτε τίμημα, με κάθε θυσία. Ο μηδενιστής απαντά στον ζόφο με ζόφο, απλώνει τον ζόφο παντού, τον βαθαίνει, τον εντείνει. Δεν κάνει διακρίσεις και διαφορισμούς, όλα είναι Σύστημα, για όλα είναι Εχθρός. Μόνο ο επαναστάτης κατέχει την αλήθεια, μόνο αυτός βλέπει τον Καλό Θεό, όλα τα υπόλοιπα είναι έργα του Μοχθηρού Θεού, έργα κακότητας, άξια μόνο για καταστροφή. Ο πυρήνας αυτού του εγωτιστικού μηδενισμού είναι θρησκευτικός, παλαιοδιαθηκικός, είναι παρόμοιος με ό, τι κινεί τον απεγνωσμένο Σαμψών εναντίον των αμαρτωλών, είναι παρόμοιος με τον καταστροφικό μεσσιανισμό του Ιησού του Ναυή που εξαφανίζει την αμαρτωλή Ιεριχώ. Ο, τι δεν είναι σαν εμάς, ό, τι δεν χωράει στο όραμα, καταστρέφεται. Με κάθε τίμημα.

 

Ο σαγηνευμένος από τον μηδενισμό νέος, αρνούμενος τον Κακό Θεό, χάνει την πίστη και σε οτιδήποτε Καλό, χάνει το Καλό ως δυνατότητα, δύσκολο μεν αλλά δυνατό. Χάνει την πίστη του στη ζωή, αποστρέφει το πρόσωπό του από την χαοτική δυνατότητα της ζωής και βουλιάζει στη βεβαιότητα της καταστροφής.

Από τη δίκαιη οργή, από τη οδυνηρή διαπίστωση της αδικίας και της διαφθοράς, μέχρι την ισοπέδωση των Γομόρρων, που δεν περιέχουν ούτε έναν ενάρετο, η απόσταση είναι τεράστια. Σε αυτήν την απόσταση, από το βιβλικό Κακό έως το υστερονεωτερικό σήμερα, σε αυτόν τον χώρο, αναπτύσσεται κουτσά-στραβά η πολιτική κοινωνία, η δημοκρατία, η συγκατοίκηση με τον άλλο, η γόνιμη αμφιβολία, η διαλεκτική.

Αυτός ο χώρος είναι δύσκολος στη συντήρησή του, απαιτεί ενέργεια, σκέψη, καλλιέργεια σχέσεων, αμοιβαία προσφορά αισθημάτων, υπέρβαση της μνησικακίας και του φθόνου, υπόσκαψη της Μίας Απόλυτης και Τρομακτικής Αλήθειας, είναι το δύσβατο πεδίο της ανθρωπινότητας, της συμπόνιας, της ενσυναίσθησης, της αλληλοπεριχώρησης. Είναι το δύσκολο πεδίο της αγάπης.

 

Απέναντι στον ζόφο του μηδενισμού, κάποτε ερεθιστικού μα συχνότερα τρομακτικού και ολέθριου, απέναντι στον τόσο χαρακτηριστικά ευρωπαϊκό μηδενισμό που σφραγίζει τα πνεύματα από τους Ρώσους του 19ου αιώνα και τον Νίτσε έως τις ποικίλες εκδιπλώσεις του φαντασιακού στον 20ό αιώνα, τι θα αντιπαραβάλλαμε;

Το δύσκολο πεδίο.

 

Go to top