Το παρόν άρθρο είναι το συνεχόμενο τρίτο και τελευταίο της σειράς που αναφέρεται σε ορισμένες πλευρές της σύγχρονης εκπαιδευτικής πράξης έτσι όπως αυτή οριοθετείται από τα νέα Α.Π.

 

Το κρι­τι­κό στοι­χεί­ο εί­ναι α­πα­ραί­τη­το στη μα­θη­σια­κή δι­α­δι­κα­σί­α. Στη δι­δα­κτι­κή πρά­ξη, έ­τσι ό­πως αυ­τή ο­ρι­ο­θε­τεί­ται α­πό τις νέ­ες αρ­χές, προ­βάλ­λον­ται ε­πί­μο­να μορ­φές, στρα­τη­γι­κές και δι­α­δι­κα­σί­ες που α­να­δει­κνύ­ουν και προ­ω­θούν τη συμ­με­το­χή, την αυ­τε­νέρ­γεια, τη δι­ε­ρεύ­νη­ση, τη κρι­τι­κή σκέ­ψη. Δι­α­δι­κα­σί­ες που προ­έρ­χον­ται α­πό το πα­ρα­δο­σια­κό σχο­λεί­ο, (π.χ. μο­νο­λο­γι­κές μορ­φές ά­με­ση ή α­πο­τε­λε­σμα­τι­κή δι­δα­σκα­λί­α κλπ) μπο­ρούν να α­να­πλαι­σι­ω­θούν και να  λει­τουρ­γή­σουν συμ­πλη­ρω­μα­τι­κά ή συν­δυ­α­στι­κά α­νά­λο­γα για να υ­πη­ρε­τή­σουν συγ­κε­κριμέ­νες στο­χεύ­σεις στη δι­δα­κτι­κή πρά­ξη. Α­να­φε­ρό­μα­στε ε­δώ σε έ­να πλαί­σιο (μέ­θο­δοι, μον­τέ­λα, στρα­τη­γι­κές, πο­ρεί­ες, μορ­φές δι­δα­σκα­λί­ας), ό­που με την ε­νερ­γη­τι­κή συμ­με­το­χή των μα­θη­τών α­να­πτύσ­σον­ται ποι­κί­λες δρα­στη­ρι­ό­τη­τες για τη συγ­κέν­τρω­ση και την ε­πε­ξερ­γα­σί­α πλη­ρο­φο­ρι­ών και δε­δο­μέ­νων που κι­νη­το­ποι­ούν τις γνω­στι­κές λει­τουρ­γί­ες των μα­θη­τών και τους ο­δη­γούν στο σχη­μα­τι­σμό εν­νοι­ών κρί­σε­ων, γε­νι­κεύ­σε­ων, δι­α­δι­κα­σι­ών και σχη­μά­των ερ­μη­νεί­ας του κό­σμου.

Η σύγ­χρο­νη παι­δα­γω­γι­κή πρά­ξη α­πο­κλεί­ει κά­θε δι­α­δι­κα­σί­α που προ­σπα­θεί να ε­πι­βά­λει γνώ­σεις και συμ­πε­ρι­φο­ρές με τρό­πο κα­τα­πι­ε­στι­κό καί α­νε­λεύ­θε­ρο ως πρα­κτι­κή με ι­δε­ο­λο­γι­κή μο­νο­μέρεια. Πρό­κει­ται ε­δώ για έ­να 'δογ­μα­τι­κό δι­α­πο­τι­σμό' που στη­ρί­ζε­ται στην πρό­θε­ση πα­ρα­πλά­νη­σης, α­πό­κρυ­ψης της α­λή­θειας ή πα­ρα­ποί­η­σής της προς ό­φε­λος συγ­κε­κρι­μέ­νων ι­δε­ο­λο­γι­κών πε­ποι­θή­σε­ων. Την πρό­θε­ση α­κο­λου­θεί η μέ­θο­δος και το πε­ρι­ε­χό­με­νο του δι­δα­σκό­με­νου αν­τι­κει­μέ­νου. Στην πρά­ξη α­κο­λου­θεί η α­πο­στή­θι­ση, η συ­ναι­σθη­μα­τι­κή φόρ­τι­ση, η κα­τα­πί­ε­ση, ο μο­νό­λο­γος, η α­πο­θάρ­ρυν­ση, η υ­πα­κο­ή.

 

Ο σχε­δια­σμός της δι­δα­σκα­λί­ας συ­νι­στά μια ση­μαν­τι­κή προ­ϋ­πό­θε­ση για κά­θε μά­θη­μα, ώ­στε να α­πο­φεύ­γον­ται αυ­το­σχε­δια­σμοί κα­τά τη δι­δα­κτι­κή πρά­ξη που μπο­ρεί να α­πο­προ­σα­να­το­λί­σουν α­πό τους στό­χους και να σπα­τα­λή­σουν πο­λύ­τι­μο χρό­νο. Έ­νας σω­στός σχε­δια­σμός κι­νεί­ται σε μα­κρο­ο­ε­πί­πε­δο (ε­τή­σιος) και σε μι­κρο­ε­πί­πε­δο (ε­πί μέ­ρους ε­νό­τη­τες) και ο­φεί­λει να λαμ­βά­νει υ­πό­ψη συ­δυ­α­στι­κά και την ύ­λη του μα­θή­μα­τος και τις δι­δα­κτι­κές και ψυ­χο­λο­γι­κές α­νάγ­κες και εν­δι­α­φέ­ρον­τα των μα­θη­τών. Αυ­τό εί­ναι ση­μαν­τι­κό για­τί ο μα­θη­τής κα­λεί­ται να ξε­δι­πλώ­σει τις ι­κα­νό­τη­τές του στο δυ­να­τό λι­γό­τε­ρο χρό­νο. Ο μα­κρο­σχε­δια­σμός ό­σον φο­ρά τους στό­χους κα­θο­ρί­ζε­ται εν πολ­λοίς α­πό τα ΑΠ. Στο μι­κρο­ε­πί­πε­δο τα πε­ρι­θώ­ρια πα­ρέμ­βα­σης του εκ­παι­δευ­τι­κού εί­ναι τε­ρά­στια. Κέν­τρο του σχε­δια­σμού εί­ναι η στο­χο­θε­σί­α. Η στο­χο­θε­σί­α λαμ­βά­νει υ­πόψη τις δε­κτι­κές δυ­να­τό­τη­τες των μα­θη­τών και την πα­ρο­χή ευ­και­ρι­ών για συμ­με­το­χή και ε­λεύ­θε­ρη έκ­φρα­ση. Οι δι­δα­κτι­κοί στό­χοι α­πο­τε­λούν βα­σι­κό στοι­χεί­ο για τον α­πο­τε­λε­σμα­τι­κό σχε­δια­σμό και την ε­κτύ­λι­ξη του μα­θή­μα­τος και κρι­τή­ριο για την α­ξι­ο­λό­γη­ση του έρ­γου και την ε­πί­δο­ση του μα­θη­τή και τον ί­διο τον εκ­παι­δευ­τι­κό. Η σα­φή­νεια και η πλη­ρό­τη­τα των στό­χων λει­τουρ­γεί α­να­τρο­φο­δο­τι­κά και πα­ρω­θη­τι­κά στους μα­θη­τές, ε­νι­σχύ­ει τη συμ­με­το­χή τους.

 

Η ορ­γά­νω­ση της ύ­λης α­πο­τε­λεί βα­σι­κή προ­ϋ­πό­θε­ση για την α­πο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τα του δι­δα­κτι­κού έρ­γου. Σή­με­ρα κα­τά κα­νό­να η ύ­λη εί­ναι τα­ξι­νο­μη­μέ­νη θε­μα­τι­κά, ω­στό­σο πα­ρέ­χον­ται στο κα­θη­γη­τή οι δυ­να­τό­τη­τες αλ­λά και η υ­πο­χρέ­ω­ση της κα­τά το δυ­να­τόν α­πο­δέ­σμευ­σης α­πό αυ­τή, με κρι­τή­ριο τη γνω­στι­κή ι­κα­νό­τη­τα του μα­θη­τή και τις α­νάγ­κες του.

 

Η πο­ρεί­α δι­δα­σκα­λί­ας συ­νί­στα­ται στις ε­πί μέ­ρους φά­σεις μέ­σα α­πό τις ο­ποί­ες περ­νούν οι δι­δα­κτι­κές δι­α­δι­κα­σί­ες κα­τά την ε­κτύ­λι­ξη της ε­νό­τη­τας ώ­στε να πραγ­μα­το­ποι­η­θούν οι δι­δα­κτι­κοί στό­χοι. Η ε­πι­λο­γή της πο­ρεί­ας γί­νε­ται πάν­τα α­νά­λο­γα με τις συν­θή­κες, τις δυ­να­τό­τη­τες και τους ε­πι­δι­ω­κό­με­νους σκο­πούς. Στα βα­σι­κά στά­δια της πο­ρεί­ας δι­δα­σκα­λί­ας εν­τάσ­σε­ται πρώ­τα η φά­ση της προ­ε­τοι­μα­σί­ας, της α­φόρ­μη­σης, της πα­ρο­χής ε­ρε­θι­σμά­των για συμ­με­το­χή. Κα­τό­πιν η φά­ση της ε­πε­ξερ­γα­σί­ας, του προ­βλη­μα­τι­σμού, της συ­ζή­τη­σης και τέ­λος η φά­ση της α­ξι­ο­λό­γη­σης και της ε­φαρ­μο­γής των κα­τα­κτη­μέ­νων στό­χων στο χώ­ρο και τις κα­τα­στά­σεις της προ­σω­πι­κής και κοι­νω­νι­κής ζω­ής.

 

Η ορ­γά­νω­ση της σχο­λι­κής τά­ξης δι­α­μορ­φώ­νει το κοι­νω­νι­κό πλαί­σιο ό­που θα δι­ε­ξα­χθεί η δι­δα­σκα­λί­α, δεί­χνει το τρό­πο με τον ο­ποί­ο ερ­γά­ζον­ται οι μα­θη­τές και κα­θη­γη­τές για την εκ­πλή­ρω­ση του δι­δα­κτι­κού έρ­γου και σχε­τί­ζε­ται με τους ε­πι­δι­ω­κό­μνο­ες σκο­πούς το ε­πί­πε­δο των μα­θη­τών, την υ­λι­κο­τε­χνι­κή υ­πο­δο­μή και την προ­σω­πι­κή θε­ω­ρί­α του εκ­παι­δευ­τι­κού για τη μά­θη­ση και τη δι­δα­κτι­κή- παι­δα­γω­γι­κή πρά­ξη κλπ.

Στο πα­ρα­δο­σια­κό σχο­λεί­ο η σχο­λι­κή τά­ξη εί­χε με­τω­πι­κή ορ­γά­νω­ση. Η θέ­ση του εκ­παι­δευ­τι­κού εί­ναι ε­δώ κυ­ρί­αρ­χη, κα­θώς στέ­κε­ται ε­ξου­σι­α­στι­κά α­πέ­ναν­τι στους μα­θη­τές και με α­νά­λο­γο τρό­πο δι­ε­ξά­γει το μά­θη­μα. Ε­δώ α­γνο­ούν­ται οι δι­α­φο­ρε­τι­κές κοι­νω­νι­κο­πο­λι­τι­στι­κές ή ψυ­χο­λο­γι­κές ή νο­η­τι­κές ι­δι­αι­τε­ρό­τη­τες του μα­θη­τή και ε­λά­χι­στα α­παι­τεί­ται η ε­νερ­γη­τι­κό­τη­τα, η συμ­με­το­χή. Ο μα­θη­τής εί­ναι πα­θη­τι­κός θε­α­τής και δέ­κτης των γνώ­σε­ων που με­τα­δί­δει με αυ­θεν­τί­α ο εκ­παι­δευ­τι­κός, οι προ­σω­πι­κές σχέ­σεις και η συ­νερ­γα­τι­κό­τη­τα α­που­σιά­ζουν. Ευ­νο­εί­ται ο δα­σκα­λο­κεν­τρι­σμός και η μο­νο­λο­γι­κή μορ­φή δι­δα­σκα­λί­ας. Στις νέ­ες συν­θή­κες προ­βάλ­λε­ται η α­παί­τη­ση για μιά άλ­λη τα­κτο­ποί­η­ση και θέ­ση μέ­σα στη τα­ξη, που βο­η­θά­ει την ε­πι­κοι­νω­νί­α και τη συ­νερ­γα­τι­κό­τη­τα, και εμ­πλέ­κει ό­λο και πιο πο­λύ το μα­θη­τή στη μα­θη­σια­κή δι­α­δι­κα­σί­α. Η δι­ά­τα­ξη σε η­μι­κυ­κλι­κό σχή­μα ή σε σχή­μα Π ευ­νο­εί τη δα­σκα­λο­μα­θη­τι­κή και τη δι­α­μα­θη­τι­κή ε­ποι­κοι­νω­νί­α και τις δι­α­λε­κτι­κές μορ­φές δι­δα­σκα­λί­ας, ε­ξα­σφα­λί­ζει α­κό­μα το φυ­σι­κό πλη­σί­α­σμα του εκ­παι­δευ­τι­κού προς τους μα­θη­τές και την ο­πτι­κή ε­πα­φή, υ­πό­θε­ση πο­λύ ση­μαν­τι­κή για τίς προ­σω­πι­κές σχέ­σεις. Τέ­λος, η κα­τά ο­μά­δες δι­ά­τα­ξη ευ­νο­εί τίς ο­μα­δο­κεν­τρι­κές μορ­φές δι­δα­σκα­λί­ας.

 

Η  Ε­πο­πτεί­α στη δι­δα­κτι­κή πρά­ξη α­να­γνω­ρί­ζε­ται α­νέ­κα­θεν ως α­ναγ­καί­ο ερ­γα­λεί­ο της. Η α­ξί­α και η ση­μα­σί­α των ε­πο­πτι­κών μέ­σων δι­α­φαί­νε­ται α­πό τον ρό­λο και την α­πο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τα που προσ­δί­δουν στη μα­θη­σια­κή δι­α­δι­κα­σί­α. Με την ε­πο­πτεί­α ε­πι­τυγ­χά­νε­ται η δη­μι­ουρ­γί­α μιας ει­κό­νας, μιας συ­νο­λι­κής πα­ρά­στα­σης του αν­τι­κει­μέ­νου που ε­νερ­γο­ποι­εί και συν­δυά­ζει τις αι­σθη­τη­ρια­κές αν­τι­λή­ψεις του μα­θη­τή, με α­πο­τέ­λε­σμα να συμ­βάλ­λει στη σω­στή γνώ­ση του πε­ρι­βάλ­λον­τος και να α­να­πτύσ­σει τις ψυ­χι­κές και νο­η­τι­κές ι­κα­νό­τη­τές του. Η ε­πο­πτεί­α ε­νερ­γο­ποι­εί τη μνή­μη, τη νό­η­ση και βο­η­θά­ει στο σχη­μα­τι­σμό α­πα­ραί­τη­των για τη γνώ­ση εν­νοι­ών. Δη­μι­ουρ­γεί σα­φέ­στε­ρες και α­ξι­ό­πι­στες πα­ρα­στά­σεις,  συμ­βάλ­λει στη δι­έ­γερ­ση της προ­σο­χής και του εν­δι­α­φέ­ρον­τος των μα­θη­τών. Ό­μως η χρή­ση των ο­πτι­κο­α­κου­στι­κών μέ­σων δεν πρέ­πει να α­πο­λυ­το­ποι­εί­ται, για­τί δεν υ­πο­κα­θι­στά το βι­βλί­ο και τον κα­θηγη­τή. Ο­φεί­λει να συν­ται­ρι­ά­ζε­ται με το πε­ρι­ε­χό­με­νο της δι­δα­σκό­με­νης ε­νό­τη­τας, να ε­ναρ­μο­νί­ζε­ται με το σύ­νο­λο των δι­δα­κτι­κών δι­α­δι­κα­σι­ών, να προ­σαρ­μό­ζε­ται στα εν­δι­α­φέ­ρον­τα, τα βι­ώ­μα­τα, τις εμ­πει­ρί­ες του μα­θη­τή, να α­πο­τε­λεί έ­ναυ­σμα για συμ­με­το­χή και ε­νερ­γο­ποί­η­ση.

 

Η α­ξι­ο­λό­γη­ση εί­ναι δρα­στη­ρι­ό­τη­τα συ­νυ­φα­σμέ­νη με τη δι­δα­κτι­κή και μα­θη­σια­κή δι­α­δι­κα­σί­α και πρά­ξη. Πρό­κει­ται για μια πο­λύ­πλευ­ρη δι­ερ­γα­σί­α που α­φο­ρά το πα­ρε­χό­με­νο έρ­γο, τον ί­διο τον εκ­παι­δευ­τι­κό και το μα­θη­τή. Συν­δέ­ε­ται με τους σκο­πούς και τους στό­χους της Εκ­παί­δευ­σης και ει­δι­κώ­τε­ρα με τα ε­πί μέ­ρους στοι­χεί­α της. Σκο­πεύ­ει ό­χι στην α­πο­τί­μη­ση ε­πι­δό­σε­ων αλ­λά κυ­ρί­ως την α­να­τρο­φό­δο­τη­ση, την α­να­βάθ­μι­ση του πα­ρε­χό­με­νου έρ­γου και των ί­δι­ων των πα­ρα­γόν­των που το συγ­κρο­τούν.

Στο πα­ρα­δο­σια­κό δα­σκα­λο­κεν­τρι­κό Σχο­λεί­ο η α­ξι­ο­λό­γη­ση α­φο­ρού­σε κυ­ρί­ως τις ε­πι­δό­σεις του μα­θη­τή. Α­πο­τυ­πώ­νον­ταν α­θροι­στι­κά, κα­τέ­γρα­φε τις ι­κα­νό­τη­τες α­πο­μνη­μό­νευ­σης και το βαθ­μό α­πο­στή­θι­σης των γνώ­σε­ων. Λει­τουρ­γού­σε συγ­κρι­τι­κά κα­τα­τάσ­σον­τας τους μα­θη­τές στη τά­ξη α­νά­λο­γα με την ε­πί­δο­ση. Ευ­νο­ού­σε τον α­το­μι­κι­σμό και τον αν­τα­γω­νι­σμό. Σή­με­ρα η α­ξι­ο­λό­γη­ση συ­νι­στά μια δι­α­δι­κα­σί­α παι­δα­γω­γι­κή, που λει­τουρ­γεί πα­ρω­θη­τι­κά και ε­νι­σχυ­τι­κά, που εν­το­πί­ζει τις δυ­σκο­λί­ες και τίς α­δυ­να­μί­ες με σκο­πό την υ­πέρ­βα­ση και τη βελ­τί­ω­ση. Εί­ναι α­να­πό­σπα­στο μέ­ρος της εκ­παι­δευ­τι­κής δι­α­δι­κα­σί­ας Η δι­α­γνω­στι­κή α­ξι­ο­λό­γη­ση α­πο­βλέ­πει στον εν­το­πι­σμό του ε­πι­πέ­δου, των δυ­να­το­τή­των, των δε­ξι­ο­τή­των, των γνώ­σε­ων του μα­θη­τή με σκο­πό το κα­τάλ­λη­λο σχε­δια­σμό της δι­δα­σκα­λί­ας και την προ­σαρ­μο­γή της στις δυ­να­τό­τη­τές του. Η δι­α­μορ­φω­τι­κή α­ξι­ο­λό­γη­ση χρη­σι­μο­ποι­εί­ται συ­νε­χώς στη διά­ρκεια της δι­δα­κτι­κής δι­α­δι­κα­σί­ας, με σκο­πό την α­να­τρο­φο­δό­τη­ση, ε­λέγ­χει το βαθ­μό προ­ό­δου του μα­θη­τή και α­πο­δί­δει τις ευ­θύ­νες που α­να­λο­γούν στην ορ­γά­νω­ση και στη δι­ε­ξα­γω­γή της δι­δα­σκα­λί­ας.

 

Το γε­νι­κό­τε­ρο ψυ­χο­λο­γι­κό κλί­μα που κυ­ρια­ρχεί στο Σχο­λεί­ο και στη τά­ξη α­πο­δε­δειγ­μέ­να ε­πη­ρε­ά­ζει τη μα­θη­σια­κή δι­α­δι­κα­σί­α και α­πο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τα και ε­πι­φέ­ρει τα α­νά­λο­γα στη ψυ­χο­σύν­θε­ση του μα­θη­τή. Η δη­μι­ουρ­γί­α θε­τι­κού ψυ­χο­λο­γι­κού κλί­μα­τος α­νή­κει στις ευ­θύ­νες του εκ­παι­δευ­τι­κού, εν­θαρ­ρύ­νον­τας συμ­με­το­χι­κές δι­α­δι­κα­σί­ες, ε­ξα­σφα­λί­ζον­τας πρα­κτι­κές ε­νερ­γο­ποί­η­σης, ε­νι­σχύ­ον­τας τις προ­σω­πι­κές σχέ­σεις. Ο μα­θη­τής πρέ­πει να αι­σθά­νε­ται ό­τι εί­ναι α­πο­δε­κτός α­πό τον εκ­παι­δευ­τι­κό και α­πό τους συμ­μα­θη­τές του, μέ­σα στην ό­ποι­α δι­α­φο­ρε­τι­κό­τη­τά του, να ο­δη­γεί­ται σε εμ­πει­ρί­ες ε­πι­τυ­χί­ας και ου­σι­α­στι­κής και α­πο­τε­λε­σμα­τι­κής πα­ρου­σί­ας μέ­σα στο μά­θη­μα. Έ­τσι αυ­ξά­νε­ται η αυ­το­ε­κτί­μη­σή του και ε­νι­σχύ­ε­ται στη γνω­στι­κή, νο­η­τι­κή και κοι­νω­νι­κή του α­νά­πτυ­ξη.

 

 

Go to top